Προσφορές και πακέτα τα σωσίβια για τον τουρισμό στην Ελλάδα

Στο 10% κυμαίνεται η μείωση των επισκεπτών
Η γραφειοκρατία φρενάρει τις ξένες επενδύσεις

Του Σταθη Kουσουνη

Περισσότερο από ποτέ, μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, λόγω των επιπτώσεων της διεθνούς οικονομικής κρίσης αναδείχθηκαν τη φετινή σεζόν τα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τουριστικός τομέας στη χώρα μας. Το σενάριο της καταστροφής για τον ελληνικό τουρισμό σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής δεδομένα αποτρέπεται. Η μείωση του αριθμού των επισκεπτών κυμαίνεται γύρω στο 10% σε σχέση με πέρυσι, ενώ σαφώς μεγαλύτερη εκτιμάται ότι θα είναι η πτώση των τουριστικών εσόδων. Στον περιορισμό των επιπτώσεων έπαιξαν ρόλο οι προσφορές που δόθηκαν από τα ξενοδοχεία προκειμένου να τονωθεί η ζήτηση για διακοπές στη χώρα μας αλλά και τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης του τομέα. Προβληματίζει όμως, το γεγονός ότι λείπουν τα ποιοτικά εκείνα στοιχεία, κυρίως, σε επίπεδο βελτίωσης των δημόσιων υποδομών ή διευκόλυνσης μεγάλων επενδύσεων που θα μπορούσαν να ωθήσουν υψηλότερα τον ελληνικό τουρισμό μετά το πέρας της κρίσης.

Για παράδειγμα οι ξένοι συνεχίζουν να αποφεύγουν τις επενδύσεις στον ελληνικό τουρισμό, κυρίως, λόγω των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων του κρατικού μηχανισμού να διεκπεραιώσει τις απαραίτητες αδειοδοτήσεις. Και όσοι επιχείρησαν να επενδύσουν απέτυχαν ή περιορίστηκαν στην ανάληψη του management ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Βρήκαν, όμως, πρόσφορο έδαφος σε ανταγωνίστριες χώρες οι οποίες φρόντισαν να καλλιεργήσουν ευνοϊκό για τουριστικές επενδύσεις περιβάλλον. Επιχειρηματικές πρωτοβουλίες για τη δημιουργία νέων γηπέδων γκολφ, ιαματικών εγκαταστάσεων υψηλού επιπέδου, μαρίνων, συνεδριακού κέντρου στην Αθήνα κ.ά. από την πλευρά των ιδιωτών ναρκοθετήθηκαν αλλά και δράσεις από την πλευρά του Δημοσίου για την ανάπτυξη περιφερειακών αεροδρομίων, σύγχρονων λιμενικών εγκαταστάσεων, άρσης του καμποτάζ, προσέλκυσης ικανού αριθμού αεροπορικών εταιρειών χαμηλού κόστους παραμένουν στα χαρτιά αναδεικνύοντας την αδυναμία της Πολιτείας να προασπίσει σε αυτό το μέτωπο τα συμφέροντα της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουρισμού.

Καλύτερα εξελίχθηκαν τα πράγματα όσον αφορά τις επενδύσεις στον ξενοδοχειακό κλάδο από το 2004 μέχρι σήμερα με τη δημιουργία σημαντικού αριθμού ξενοδοχειακών μονάδων 4 και 5 αστέρων. Σύμφωνα με στοιχεία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος την ολυμπιακή χρονιά του 2004 λειτουργούσαν στη χώρα μας 139 ξενοδοχεία 5 αστέρων δυναμικότητας 26.756 δωματίων και 896 ξενοδοχεία 4 αστέρων δυναμικότητας 88.837. Το σύνολο των ξενοδοχείων που λειτουργούσε το 2004 στη χώρα μας έφθανε σε 8.899 δυναμικότητας 351.891 δωματίων. Το 2008 λειτουργούσαν στην Ελλάδα 230 ξενοδοχεία 5 αστέρων δυναμικότητας 39.614 δωματίων και 1.102 ξενοδοχεία 4 αστέρων δυναμικότητας 95.790 δωματίων σε σύνολο 9.385 ξενοδοχείων δυναμικότητας 375.067 δωματίων.

Δεν είμαστε όμως μόνο εμείς που ανησυχούμε για την ποιότητα του προσφερόμενου τουριστικού μας προϊόντος σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Αντίστοιχες ανησυχίες έχουν και οι τουριστικοί παράγοντας και στην Ισπανία που αποτελεί τη τουριστική ναυαρχίδα του ευρωπαϊκού νότου. Ο Ισπανικός Οργανισμός Τουρισμού TURESPANA πραγματοποίησε πρόσφατα μελέτη με σκοπό να παρακολουθήσει τις τάσεις και την τουριστική κίνηση σε επτά ανταγωνιστικές προς την Ισπανία χώρες μεταξύ των οποίων και της Ελλάδας όπως είναι η Βουλγαρία η Κροατία, η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Τυνησία και η Τουρκία. Προφανώς οι εν λόγω προορισμοί είναι ανταγωνιστικοί και προς τη χώρα μας άρα τα συμπεράσματα της μελέτης αποτελούν χρήσιμο εργαλείο και για μας.

Τα δυνατά και αδύνατα σημεία της κάθε χώρας

Προκειμένου να εντοπίσουν τα δυνατά και ασθενή σημεία της κάθε χώρας ξεχωριστά οι Ισπανοί μελετητές προχώρησαν σε μία σειρά από συνεντεύξεις με εκπροσώπους μεγάλων Τουριστικών Οργανισμών, κυρίως, Γερμανών και Βρετανών και ιδιοκτήτες μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης η Ελλάδα είναι σημαντική για την παράδοση και τον πολιτισμό της σε συνδυασμό με την ανανεωμένη προσφορά της, κυρίως, στην περιοχή της Αθήνας με αφορμή τους Ολυμπιακούς του 2004. Τα αδύνατα σημεία του ελληνικού προορισμού εντοπίζονται στην έλλειψη εξειδίκευσης στον τουρισμό και στην έλλειψη υποδομών. Η Βουλγαρία, η Τυνησία και η Αίγυπτος είναι οι πιο ελκυστικοί προορισμοί σε σχέση με τις τιμές, ενώ η Ισπανία είναι ο λιγότερο ανταγωνιστικός προορισμός σε οικονομικό επίπεδο. Ωστόσο, αναγνωρίζεται ότι η Ισπανία αποτελεί έναν προορισμό με υψηλή ποιότητα στην παροχή υπηρεσιών, εξαιρετική συμπληρωματική προσφορά, καλή υποδομή, και κυρίως ασφάλεια αν τη συγκρίνει κανείς με κάποιες από τις χώρες που αναλύθηκαν. Το Μαρόκο ξεχωρίζει ως νέος προορισμός στο σύνολο «ήλιος και θάλασσα» και για τον εξωτικό του χαρακτήρα, όμως, χρειάζεται βελτίωση στις υποδομές και στην εξειδίκευσή του. Η Τουρκία αποτελεί τον καλύτερο προορισμό σε σχέση με ποιότητα και τιμές. Η Κροατία διαθέτει πολύ προσεγμένο περιβάλλον. Συμπερασματικά για τους Ισπανούς ο μεγάλος και ισχυρός ανταγωνιστής του τουρισμού τους είναι η Τουρκία μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ακολουθούμενη από την Ελλάδα. Επίσης, η αναπτυξιακή πορεία του Μαρόκου θα μπορούσε να τον καταστήσει έναν σταθερό ανταγωνιστή μελλοντικά.

Πηγή: kathimerini.gr